Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, θα μπορούσε, μέσω των μέχρι τώρα δημοσιευμένων αποφάσεων (κυρίως της Πολ. 1039/7.2.2014, καθώς και της 1046/17.2.2014), να διευκρινίσει ορισμένα σημεία σχετικά με τις υποχρεώσεις όσων εμπλέκονται στη διαδικασία καταβολής - είσπραξης αμοιβών με τον νέο θεσμό του εργόσημου. Η ενημέρωση, κατά την άποψή μας, χαρακτηρίζεται ελλιπής, συνεπώς στο παρόν σημείωμα θα προσπαθήσουμε, με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, να περιγράψουμε το πλαίσιο αυτών των υποχρεώσεων, σε σχέση με την Φορολογία Εισοδήματος.
Καταρχάς, η αμοιβή με εργόσημο είναι αποτέλεσμα μιας ιδιότυπης εργασιακής σχέσης, η οποία δημιουργεί εισόδημα για τον παρέχοντα υπηρεσίες και λήπτη του εργόσημου, ενώ ταυτόχρονα παράγει και ασφαλιστική κάλυψη για αυτόν.
Ήδη, με το άρθρο 74 του Ν 4144/2013, με το οποίο αντικαθίστανται τα άρθρα 20 και 21 του Ν 3863/2010 (αρχικές διατάξεις) όπως ίσχυαν μετά την τροποποίησή τους από την παρ. 8 του άρθρου 76 του Ν 3996/2011, επανακαθορίστηκε ο τρόπος ασφάλισης των προσώπων που παρέχουν την ιδιότυπη αυτή εξαρτημένη εργασία και δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην αντιμετώπιση των ειδικών μορφών περιστασιακής απασχόλησης. Συγκεκριμένα, τα πρόσωπα αυτά, αμειβόμενα κατά ώρα εργασίας, ή κατά ημέρα, σε τακτά ή μη χρονικά διαστήματα, είτε κατ οίκον ενός εργοδότη, είτε κατ οίκον πολλών εργοδοτών, για την ίδια μισθολογική περίοδο, υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Με τις τροποποιημένες διατάξεις αυξήθηκε το ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών από 20% σε 25%. Το ποσοστό εφαρμόζεται επί της αναγραφόμενης (ονομαστικής) αξίας του εργόσημου και επιμερίζεται ανά κλάδο ασφάλισης. Οι κρατήσεις για ασφαλιστικές εισφορές αφορούν τόσο τον εργοδότη όσο και τονεργαζόμενο και εμπεριέχονται στην αναγραφόμενη αξία του εργόσημου.
Θα πρέπει να σημειώσουμε επίσης, ότι τα πρόσωπα που παρέχουν εργασία, η οποία εμπίπτει στις προβλεπόμενες κατηγορίες αμειβόμενων με εργόσημο, υπάγονται υποχρεωτικά στη διαδικασία αυτή και ασφαλίζονται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ μέσω της εξαργύρωσης της «επιταγής», για τους κλάδους: Σύνταξης (14,45%), Ασθένειας & Μητρότητας (5,51%), στο ΕΤΕΑ (4,32%), για επικουρική ασφάλιση, καθώς και στον πρώην Ο.Ε.Κ. (μόνο εισφορά εργαζόμενου 0,72%). Βλέπε, Εγκύκλιο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ: 43/2013.
Ας δούμε τώρα, τι ισχύει ως προς το εισόδημα που αποκτά ο αμειβόμενος με το εργόσημο. Είναι σαφές και δεν χρειάζεται περαιτέρω απόδειξη, ότι και με τις διατάξεις του «παλαιού» ΚΦΕ (άρθρο 45, Ν 2238/1994), αλλά και με τις διατάξεις του ισχύοντος, από 1/1/2014, «νέου» ΚΦΕ (άρθρο 12, Ν 4172/2013), το εισόδημα αυτό ανήκει στη μισθωτή εργασία, αφού διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά της εξαρτημένης εργασιακής σχέσης. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι δεν απαλλάσσεται από τον φόρο, άρα τα πρόσωπα που αμείβονται με εργόσημο θα πρέπει να δηλώσουν κανονικά το εισόδημα που απέκτησαν με αυτόν τον τρόπο και να φορολογηθούν με τις γενικές διατάξεις (Κλίμακα Μισθωτών - Συνταξιούχων). Ήδη, στο έντυπο της φορολογικής δήλωσης οικ. έτους 2014 (Ε1), προβλέπονται σχετικοί κωδικοί (309-310, του Πίνακα 4Α), για την αναγραφή του εισοδήματος αυτού. Υπενθυμίζεται ότι αναγράφονται πάντα τα καθαρά εισοδήματα, συνεπώς, στους παραπάνω κωδικούς θα περιληφθεί το άθροισμα των καθαρών ποσών που εισέπραξε ο υπόχρεος - αμειβόμενος με το εργόσημο. Εννοείται ότι θα πρέπει να προσκομίσει και το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων για να αποφύγει την επιβολή ποινής, κατά την μείωση του φόρου, βάσει της περ. β΄, παρ. 2 του άρθρου 9 του Ν 2238/1994 (για τα εισοδήματα του 2013). Πέραν αυτού, με τις νέες διαδικασίες που καθιερώθηκαν εφέτος, θα πρέπει ο εργοδότης (αυτός δηλαδή που αμείβει με εργόσημο το πρόσωπο που παρέχει σε αυτόν υπηρεσίες) να χορηγήσει βεβαίωση και να υποβάλλει το έντυπο Ε7 (Οριστική ΦΜΥ) με κωδικό είδους αποδοχών τον 31 (βλ. το άρθρο 4 της Πολ. 1046/2014).
Ασφαλώς, η περίπτωση αμοιβής με εργόσημο δεν απαιτεί την παρακράτηση φόρου, άρα δεν θα υπάρχει αυτό το δεδομένο στις υποβαλλόμενες δηλώσεις. Ωστόσο, με πρόσφατη διευκρίνιση της Διοίκησης, ο κωδικός 31 θα συμπληρώνεται μόνο από ασφαλιστικούς φορείς (ΙΚΑ,ΟΓΑ κλπ).
Αυτό που απομένει να δούμε είναι ποια ποσά θα περιέχει μια βεβαίωση αμειβόμενου με εργόσημο.
Χρησιμοποιούμενοι όροι:
- Ονομαστική Αξία Εργόσημου (ΟΑΕ)
- Ασφαλιστικές Εισφορές (ΑΕισφ.)
- Καθαρό Ποσό Αμοιβής (ΚΠΑ)
Υπενθυμίζουμε ότι στο ποσό των ασφαλιστικών εισφορών (25%) περιλαμβάνονται οι εισφορές του εργαζόμενου και οι εισφορές του εργοδότη και συνεπώς, προκύπτει το ερώτημα: Ποιο ποσό βαρύνει τον εργαζόμενο και ποιο ποσό βαρύνει τον εργοδότη; Αξίζει να σημειώσουμε εδώ, ότι με τον αρχικό νόμο καθιέρωσης του εργόσημου (Ν 3863/2010), είχε τεθεί διάταξη στο άρθρο 8 του ΚΦΕ (Ν 2238/1994), η οποία ανέφερε ότι «οι ετήσιες καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές εκπίπτουν κατά τα 2/3 από το φορολογητέο εισόδημα του εργοδότη και κατά το 1/3 από το φορολογητέο εισόδημα του εργαζόμενου». Στη συνέχεια, λόγω της πλήρους κατάργησης του άρθρου 8 του ΚΦΕ (N 2238/1994), η διάταξη αυτή έπαψε μεν να ισχύει (στην ουσία δεν εφαρμόστηκε ποτέ),διατύπωσε όμως ένα μέτρο διαχωρισμού των ασφαλιστικών εισφορών, το οποίο γίνεται δεκτό και από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ως συνήθως εφαρμοζόμενο στην ασφαλιστική πρακτική. Ωστόσο, αυτό είναι αδιάφορο για το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, από την άποψη ότι εκείνος που επιβαρύνεται την ονομαστική αξία του εργόσημου, είναι τελικά ο εργοδότης, από τον οποίον εισπράττει το σύνολο των εισφορών (25%).
Πάντως, στην πράξη, ο εργοδότης «φροντίζει» να επιρρίπτει την αναλογία των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζόμενου, ώστε να υπάρχει τελικά «δίκαιος» διαχωρισμός και να επέρχεται η σωστή επιβάρυνση των δύο μερών. Σε κάθε περίπτωση, τα 2/3 του 25% είναι 16,67%, ενώ το 1/3 είναι 8,33%.
Παράδειγμα:
Οικιακή βοηθός θα απασχολείται σε κατ οίκον εργασία, όλες τις ημέρες (εκτός Σαββάτου - Κυριακής) της εβδομάδας, κατά πλήρη απασχόληση. Ζητά καθαρή αμοιβή 600 ευρώ. Κατά την έννοια αυτή, η ονομαστική αξία του εργόσημου θα είναι:
600,00 / 0,75 = 800,00 ευρώ, αφού στο ποσό αυτό (800 ευρώ) περιλαμβάνονται και οι εισφορές 25%.
Ο εργοδότης όμως, αντιπροτείνει ότι το ποσό των 600 ευρώ, θα πρέπει να είναι η μικτή αμοιβή, ώστε να περιέχει τις ασφαλιστικές εισφορές του εργαζόμενου (8,33%) και αυτός να επιβαρύνεται μόνο με την δική του συμμετοχή, ήτοι: το 16,67%.
Ας υποθέσουμε ότι ο αμειβόμενος με εργόσημο δέχεται την πρόταση αυτή του εργοδότη. Θα έχουμε:
600,00 = ΚΠΑ + 8,33% χ ΟΑΕ (1), δηλαδή το 600, γίνεται μικτό ποσό, και
600,00 + 16,67% χ ΟΑΕ = ΟΑΕ (2), δηλαδή τελικό κόστος για τον εργοδότη.
Από την (2) ισότητα, παίρνουμε: ΟΑΕ = 720,03 ευρώ και αντικαθιστώντας στην (1), έχουμε ΚΠΑ = 540,02 ευρώ.
Πράγματι, οι ασφαλιστικές εισφορές 25%, υπολογιζόμενες επί της ΟΑΕ, είναι:
720,03 χ 25% = 180,01 ευρώ, ήτοι 59,98 ευρώ [720,03 χ 8,33%] εισφορές εργαζόμενου και 120,03 ευρώ [720,03 χ 16,67%] εισφορές εργοδότη.
Έτσι, η μικτή αμοιβή (600 ευρώ), συν την εργοδοτική εισφορά (120,03 ευρώ), μας δίνουν το συνολικό κόστος της εργασίας (720,03 ευρώ) που είναι η ονομαστική αξία του εργόσημου.
Αν συμφωνήσουν στην δεύτερη αυτή εκδοχή, η ονομαστική αξία του εργόσημου θα είναι 720,03 ευρώ, ενώ ο εργαζόμενος θα λάβει καθαρά 540,02 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, ο εργαζόμενος θα αναγράψει στη φορολογική του δήλωση το άθροισμα των καθαρών αμοιβών από το εργόσημο.
Νίκος Σγουρινάκης